«Από τα γαλάζια, φωτεινά νερά, Με χαιρετάς, Ελλάδα,
Τα μάτια μου βλέπουν του Μοριά Τα ολοχιόνιστα βουνά...»
Ποίημα απλοϊκό αλλά ενθουσιώδες. Εξάλλου, ο Δανός συγγραφέας ήταν λάτρης
της μυθολογίας και του πολιτισμού της αρχαίας Ελλάδας, καθώς είχε λάβει
κλασική παιδεία. Οταν περιέπλεε τις ακτές της Πελοποννήσου, φώναζε
ταραγμένος:
«Εκεί! Εκεί κυλάει ο Ευρώτας, εκεί κείτεται η αρχαία Σπάρτη,
εκεί βρίσκεται ο τάφος του Αγαμέμνονα!».
Στην Αθήνα, την «πόλη της Μινέρβας» όπως την αποκαλούσε, έμεινε ένα μήνα και καθημερινώς επισκεπτόταν την Ακρόπολη, εκτός των επισκέψεών στα άλλα μνημεία, ενώ διόλου δεν τον εμπόδισε ο σκληρός Μάρτιος εκείνης της χρονιάς. Μάλιστα, στα ημερολόγιά του περιγράφει με σαφήνεια την εορτή της 25ης Μαρτίου. Ετσι μαθαίνουμε ότι ολόκληρη η Αθήνα ήταν φωταγωγημένη και οι προσόψεις των σπιτιών διακοσμημένες με σύμβολα, ο κόσμος περπατούσε ασταμάτητα ενθουσιασμένος, γελαστός σαν μεθυσμένος, τόσο ώστε παρατηρώντας τους ο Χ. Κ. Αντερσεν έκλαψε. Σαν παιδί δάκρυσε και το Πάσχα.
«Ετούτη η γιορτή πηγάζει από τη μνήμη και την καρδιά των Ελλήνων» έγραψε. Πληροφορίες αντλούμε ακόμη από το «Οδοιπορικό στην Ελλάδα» (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1999) και από «Το παραμύθι της ζωής μου» και το «Βιβλίο της ζωής μου» επίσης.