Ὂλυμπος. Dodwell, Edward, 1821
Εἶναι αὐτὸ τὸ Ὂνειρο καὶ ἡ Ἐλπίδα καὶ αὐτή ἡ Ἀνάγκη, ποὺ σφίγγει τὴν
καρδιὰ, καὶ σοῦ δίνει τὴν ἡμέρα τὸ φῶς καὶ τὴ δύναμη νὰ πορευτῇς ἀλλὰ,
σ΄ ἀγρυπνᾶ τὴν νύχτα.
Ἡ Λύτρωση ποὺ περιμένεις δὲν πρόκειται νὰ ΄ρθῇ. Σφάλμα ἡ ἀναμονὴ καὶ ἡ ἀπραξία· ἡ προσευχὴ ἀρκεῖ, σοῦ εἶπαν· μὰ πῶς, πόσο ν΄ ἀντέξῃς. Πόσο;
Οἱ πρόγονοι δίδαξαν· μὲ αἷμα καὶ σπαθὶ, καὶ μὲ ἀγῶνες, κερδίζεται ἡ Ἐλευθερία.
Μὲ τὸ κορμὶ νὰ λαχταρᾶ ν΄ἀντιταχθῇ στὸν δυνάστη, κερδίζεται ἡ Ἐλευθερία.
Καὶ ἡ λαχτάρα αὐτὴ εἶναι ποὺ ὁπλίζει τὸ χέρι.
Γιατὶ δὲν κλείνουμε τὰ μάτια μας στὸν πόνο του Ἀδερφοῦ!
Γιατὶ στὸν πόνο του μέσα, ζεῖ καὶ ὁ πόνος ὁ δικός μας…
Ἂϊντε Ἀδέρφια, καὶ ἔχουμε δρόμο ἀκόμα!
Ἀγῶνας
Φύλαξε τὰ δάκρια τῆς ψυχῆς σου
καὶ μίσησε αὐτοὺς
ποὺ σὲ καταράστηκαν
σ`αὐτόν τὸν ἀδίστακτο ἀγῶνα.
Μὴν ἀφήσεις τὶς ἀνάγκες
νὰ ἐκφυλίσουν τὶς ἀξίες σου
καὶ ἀγάπησε τὶς ἀδυναμίες σου
γιατὶ μόνο ἔτσι μπορεῖς νὰ νικήσῃς.
Δὲν εἶναι ὁ δικός μας κόσμος
αὐτός ὁ σκληρὸς κριτὴς
τῶν ἀκαλίγωτων ψυχῶν.
Δὲν εἶναι ὁ δικός μας κόσμος
αὐτὸ τὸ κραυγαλαῖο ἀμάλγαμα
συναισθηματικοῦ ξεπεσμοῦ.
Ἐμεῖς ἀνήκουμε
στὸ γλυκοθρόισμα τῶν φύλλων
καὶ στὸ μουρμούρισμα τῆς θάλασσας
ποὺ μᾶς ἐξαγνίζει.
Ἐμεῖς ἀνήκουμε
στοὺς ἀνόθευτους θεοὺς
καὶ στὰ χνάρια ποὺ ἄφησαν
σὲ μία γῆ, ποὺ χρόνια πολλὰ
παλεύει ν`ἀποτινάξῃ τοὺς ἀπαίδευτους…
Χλόη
Χλόη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου